Обогревать στα ελληνικά
Μετάφραση: обогревать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θερμαίνω, ζέστη, ζεσταίνω, θερμότητα, θερμότητας, θερμική, θερμότητος, θερμικής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ветеринарный στα ελληνικά - κτηνιατρικός, κτηνιατρικών, κτηνιατρική, κτηνιατρικά, κτηνιατρικό
- вовсе στα ελληνικά - σωστός, εντελώς, απολύτως, δικαίωμα, απόλυτος, αρκετά, τελείως, ...
- газы στα ελληνικά - αιολική, άνεμος, κουρδίζω, αέριο, αερίου, αερίων, φυσικού αερίου, ...
- еж στα ελληνικά - αχινός, σκατζόχοιρος, σκαντζόχοιρος, τύπου ακανθόχοιρου
Τυχαίες λέξεις
Обогревать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θερμαίνω, ζέστη, ζεσταίνω, θερμότητα, θερμότητας, θερμική, θερμότητος, θερμικής
Μεταφράσεις: θερμαίνω, ζέστη, ζεσταίνω, θερμότητα, θερμότητας, θερμική, θερμότητος, θερμικής