Обучаться στα ελληνικά
Μετάφραση: обучаться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προκρίνομαι, τρένο, τραίνο, αμαξοστοιχία, σταθμό, αμαξοστοιχίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- безвольный στα ελληνικά - πλαδαρός, ασπόνδυλος, κουτσαίνω, χαλαρός, ψόφιος, gutless
- варево στα ελληνικά - βράσιμο, μαγειρεύω, βράζω, ποτό, ετοιμάζω, βρασμού, ρόφημα, ...
- господин στα ελληνικά - άρχοντας, δεξιοτέχνης, μετρ, λόρδος, αφέντης, κύριος, Ο κ, ...
- детонирующий στα ελληνικά - διαμέρισμα, επίπεδος, εκρηκτικών, εύκαμπτων εκρηκτικών, εκρηκτικές, εκρηκτικό, πυραγωγού
Τυχαίες λέξεις
Обучаться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προκρίνομαι, τρένο, τραίνο, αμαξοστοιχία, σταθμό, αμαξοστοιχίας
Μεταφράσεις: προκρίνομαι, τρένο, τραίνο, αμαξοστοιχία, σταθμό, αμαξοστοιχίας