Объединенный στα ελληνικά
Μετάφραση: объединенный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνεταιρισμός, συνέταιρος, κοψίδι, συνεργάσιμος, σύμμαχος, κοινός, άρθρωση, συμμαχικός, συσχετίζω, γόμφος, σε συνδυασμό, συνδυασμένη, συνδυασμένες, συνδυασμένα, συνδυάζονται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вверять στα ελληνικά - διαπράττω, εμπιστεύομαι, δεσμεύω, εμπιστοσύνη, πίστωση, αναθέτω, κάνω, ...
- вице-король στα ελληνικά - αντιβασιλέας, Viceroy, αντιβασιλέα, αντιβασιλιάς, αντιβασιλιά
- галечник στα ελληνικά - βότσαλο, χαλίκι, χαλίκια, αμμοχάλικο, αμμοχάλικου, χώμα
- ездить στα ελληνικά - έρχομαι, οδηγώ, βόλτα, επίσκεψη, ιππεύω, πηγαίνω, ταξιδεύω, ...
Τυχαίες λέξεις
Объединенный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνεταιρισμός, συνέταιρος, κοψίδι, συνεργάσιμος, σύμμαχος, κοινός, άρθρωση, συμμαχικός, συσχετίζω, γόμφος, σε συνδυασμό, συνδυασμένη, συνδυασμένες, συνδυασμένα, συνδυάζονται
Μεταφράσεις: συνεταιρισμός, συνέταιρος, κοψίδι, συνεργάσιμος, σύμμαχος, κοινός, άρθρωση, συμμαχικός, συσχετίζω, γόμφος, σε συνδυασμό, συνδυασμένη, συνδυασμένες, συνδυασμένα, συνδυάζονται