Обязанность στα ελληνικά

Μετάφραση: обязанность, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βάρος, πρέπει, δουλειές, καθήκον, υπόθεση, επιχείρηση, ευθύνη, δασμοί, μούστος, δουλειά, γραφείο, θώκος, υποχρέωση, δασμός, φόρος, δασμού, δασμό
Обязанность στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бахнуть στα ελληνικά - βροντώ, χαστούκι, κρότος, βρόντος, ραπίζω, γδούπος, Bang, ...
  • геометрия στα ελληνικά - γεωμετρία, γεωμετρίας, τη γεωμετρία, γεωμετρία του, η γεωμετρία
  • гм στα ελληνικά - εεε, ahem
  • дребезжащий στα ελληνικά - παλιοσακαρακά
Τυχαίες λέξεις
Обязанность στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βάρος, πρέπει, δουλειές, καθήκον, υπόθεση, επιχείρηση, ευθύνη, δασμοί, μούστος, δουλειά, γραφείο, θώκος, υποχρέωση, δασμός, φόρος, δασμού, δασμό