Λέξη: παράσιτο

Σχετικές λέξεις: παράσιτο

παράσιτο βικιλεξικο, παράσιτο σχιστοσωμίασης, παράσιτο cymothoa exigua, το παράσιτο, παράσιτο demodex, παράσιτο ορισμός, υποχρεωτικό παράσιτο, παράσιτο των εντέρων, παράσιτο ταινία

Συνώνυμα: παράσιτο

παράσιτος

Μεταφράσεις: παράσιτο

παράσιτο στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
parasite, pest, a parasite, parasite is, the parasite

παράσιτο στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
parásito, parásitos, del parásito, parásito de, de parásitos

παράσιτο στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
parasit, schmarotzer, Parasit, Parasiten

παράσιτο στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
écornifleur, parasite, parasites, parasitaire, du parasite

παράσιτο στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
parassita, parassiti, parassita della, del parassita, dei parassiti

παράσιτο στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
parasitas, parasita, parasito, parasite, parasitária

παράσιτο στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
klaploper, woekerplant, parasiet, parasieten, parasitaire, de parasiet

παράσιτο στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
тунеядец, дармоед, паразит, кровопийца, прихлебатель, приживальщик, захребетник, шаромыжник, паразита, паразитом, паразитов

παράσιτο στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
parasitt, snylter, snyltegjest, parasitten, parasitter

παράσιτο στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
parasit, parasiten, parasiter

παράσιτο στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
loinen, parasiitti, loisen, loista

παράσιτο στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
parasit, parasitten, parasitter, parasittens

παράσιτο στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
příživník, cizopasník, parazit, parazita, parazitem, parazitů

παράσιτο στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
darmozjad, pasożyt, pasożyta, pasożytem, pasożytów, pasożyty

παράσιτο στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
parazitaelem, parazita, élősködő, paraziták, a parazita

παράσιτο στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
asalak, parazit, parazitin, paraziti, parazittir

παράσιτο στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
паразит

παράσιτο στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
parazit, paraziti, parazite, paraziti i, parazitare

παράσιτο στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
паразит, паразити, паразита, паразитен

παράσιτο στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
паразіт, захрыбетнік

παράσιτο στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
taimekahjur, parasiit, parasiidi, parasiitide, parasiiti

παράσιτο στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
parazit, nametnik, gotovan, parazita, nametnika, parazit koji

παράσιτο στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sníkjudýr, sníkjudýrsins, snýkjudýrið, sníkjudýra, sníkill

παράσιτο στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
parazitas, parazitų, parazitai, parazito

παράσιτο στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
parazīts, parazītu, parazīta, parazīti

παράσιτο στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
паразит, паразитот, паразитите, паразити, на паразитот

παράσιτο στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
parazit, paraziți, parazitului, parazitul, paraziților

παράσιτο στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
parazit, zajedavec, zajedalec, parasite

παράσιτο στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
parazit, parazity, škodca, parazitov, chrobák
Τυχαίες λέξεις