Λέξη: σύνταγμα
Σχετικές λέξεις: σύνταγμα
σύνταγμα αεροδρόμιο λεωφορείο, σύνταγμα 1844, σύνταγμα αεροδρόμιο, σύνταγμα μετρό, σύνταγμα άρθρο 24, σύνταγμα της ελλάδας, σύνταγμα 1864, σύνταγμα κυπριακής δημοκρατίας, σύνταγμα της ελλάδος 1975, σύνταγμα 1952, σύνταγμα της ελλάδος, σύνταγμα ελλάδος, σύνταγμα ελλάδας, live σύνταγμα, αγανακτισμένοι, αγανακτισμένοι στο σύνταγμα, συγκέντρωση σύνταγμα, σύνταγμα τώρα, συγκέντρωση στο σύνταγμα
Συνώνυμα: σύνταγμα
σύσταση, συγκρότηση, πολίτευμα, καταστατικός χάρτης, σωματικός οργανισμός
Μεταφράσεις: σύνταγμα
σύνταγμα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
constitution, regiment, Syntagma, the constitution, constitutional
σύνταγμα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
regimiento, constitución, constitución de, la Constitución, constitución Política
σύνταγμα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
staatsverfassung, brigade, einrichtung, regiment, konstitution, Verfassung, Konstitution, Verfassungs, Beschaffenheit
σύνταγμα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
stock, entrepôt, tempérament, constitution, statut, dépôt, magasin, régiment, composition, complexion, brigade, institution, constitution de, la constitution, statuts
σύνταγμα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
costituzione, reggimento, Constitution, di Costituzione, Cost, costituzionale
σύνταγμα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
brigada, regimento, constituição, constituição de, de Constituição, Constitution
σύνταγμα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
grondwet, samenstelling, constitutie, regiment, Constitution, statuten
σύνταγμα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
составление, множество, указ, склад, образование, конституция, телосложение, организм, устройство, комплекция, состав, правление, устав, полк, учреждение, конституции, конституцией
σύνταγμα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
regiment, grunnlov, grunnloven, konstitusjon, konstitusjonen, forfatning
σύνταγμα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
författning, regemente, konstitution, konstitutionen, författningen, grundlag
σύνταγμα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
rykmentti, perustuslaki, perustuslain, perustuslakia, perustuslaissa, perustuslaista
σύνταγμα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
regiment, forfatning, forfatningen, forfatningens, udholdenhed
σύνταγμα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
povaha, pluk, konstituce, ústava, složení, ustanovení, sklad, zřízení, ústavy, Constitution, ústavu
σύνταγμα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ustanowienie, budowa, konstytucja, kondycja, pułk, rząd, hufiec, ustawa, konstytucji, Constitution, konstytucję, konstytucją
σύνταγμα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
alapszabály, szervezet, alkotás, alkotmány, ezred, alkotmányt, alkotmánya, alkotmányban, alkatot
σύνταγμα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yapı, anayasa, bünye, anayasası, anayasanın, bir anayasa, anayasasının
σύνταγμα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
заснування, дієта, режим, влаштовування, конституція, конституцію
σύνταγμα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kushtetutë, Kushtetuta, kushtetuta e, Kushtetutën, kushtetutës
σύνταγμα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
конституция, физика, конституцията, учредяване
σύνταγμα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
канстытуцыя
σύνταγμα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
moodustamine, ülesehitus, põhiseadus, rügement, põhiseaduse, põhiseadust, põhiseadusega, põhiseaduses
σύνταγμα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
mnoštvo, ustrojstvo, ustav, sastav, puk, sklop, uređenje, Ustava, ustavom, Ustavu, konstitucija
σύνταγμα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hersveit, stjórnaskrá, stjórnarskrá, Constitution, stjórnarskránni, Stjórnarskráin, Stjórnarskrárinnar
σύνταγμα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pulkas, konstitucija, konstituciją, sudarymas, sudėtis
σύνταγμα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pulks, konstitūcija, konstitūcijas, konstitūciju, konstitūcijā, uzbūve
σύνταγμα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
устав, Уставот, конституција, уставот на
σύνταγμα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
constituţie, regiment, constituție, constitutie, constituția, constituire, constitutii
σύνταγμα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
regiment, ustava, ustave, ustavo, Constitution, ustavi
σύνταγμα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
pluk, ústava, regiment, ústavy, ústave, ústavou, ústavu
Στατιστικά δημοτικότητας: σύνταγμα
Τυχαίες λέξεις