Огарок στα ελληνικά
Μετάφραση: огарок, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κουτουλώ, κούτσουρο, κερί, κεριών, κεριού, κεριά, των κεριών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- верповать στα ελληνικά - διαστρεβλώνω, ρυμουλκώ, μικρή άγκυρα, πλοιάριο από την άγκυραν
- воинский στα ελληνικά - στρατιωτικός, πολεμικός, στρατιωτική, στρατιωτικές, στρατιωτικών, στρατιωτικής
- выстригать στα ελληνικά - κόψιμο, κοπή, κόβω, αποκοπεί, κόψει, διακόπτει, αποκομμένοι, ...
- гарантия στα ελληνικά - διασφαλίζω, εγγυώμαι, εγχείρημα, περιφρουρώ, τριτεγγύηση, εχέγγυο, υποτροφία, ...
Τυχαίες λέξεις
Огарок στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κουτουλώ, κούτσουρο, κερί, κεριών, κεριού, κεριά, των κεριών
Μεταφράσεις: κουτουλώ, κούτσουρο, κερί, κεριών, κεριού, κεριά, των κεριών