Огнетушитель στα ελληνικά

Μετάφραση: огнетушитель, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χειροβομβίδα, πυροσβεστήρας, πυροσβεστήρα, πυροσβεστήρες, πυροσβεστήρων, πυροσβεστήρα του
Огнетушитель στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ветеран στα ελληνικά - παλαίμαχος, βετεράνος, βετεράνο, παλαίμαχο, βετεράνου
  • визит στα ελληνικά - κλήση, τηλεφωνώ, επισκέπτομαι, επίσκεψη, επίσκεψης, επίσκεψή, την επίσκεψή, ...
  • главарь στα ελληνικά - φύλαρχος, ηγέτης, ηγεμόνας, αρχηγός, ηγήτορας, πρωτεργάτη, επικεφαλής, ...
  • грейфер στα ελληνικά - κουβάς, αρπαγή, πιάσε, αρπάξει, Grab, αρπάγη
Τυχαίες λέξεις
Огнетушитель στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χειροβομβίδα, πυροσβεστήρας, πυροσβεστήρα, πυροσβεστήρες, πυροσβεστήρων, πυροσβεστήρα του