Окрашенный στα ελληνικά

Μετάφραση: окрашенный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έγχρωμος, ζωγραφισμένα, βαμμένο, ζωγραφισμένο, βαμμένα, ζωγράφισε
Окрашенный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ажиотаж στα ελληνικά - ορμή, βιασύνη, κινώ, αναδεύω, ανακατεύω, έξαρση, κινούμαι, ...
  • веха στα ελληνικά - σημειώνω, σημαίνω, κούρνια, πάσσαλος, βαθμός, σημαδούρα, ορόσημο, ...
  • возвращаться στα ελληνικά - επιστρέφω, στροφή, στρίβω, αντιστρέφω, σειρά, επιστροφή, γυρίζω, ...
  • градуировка στα ελληνικά - αποφοίτηση, αποφοίτησή, την αποφοίτησή, την αποφοίτηση, βαθμολόγηση
Τυχαίες λέξεις
Окрашенный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έγχρωμος, ζωγραφισμένα, βαμμένο, ζωγραφισμένο, βαμμένα, ζωγράφισε