Опока στα ελληνικά

Μετάφραση: опока, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπουκάλι, φλάσκα, παγούρι, εμφιαλώνω, πλαισιώνω, πλαίσιο, σκελετός, σώμα, φιάλη, φιάλης, φιάλη των, φιάλη με
Опока στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • барышник στα ελληνικά - κερδοσκόπος, γυρολόγος, μεταπράτης, huckster, εμποράκος, πλανόδιος πωλητής
  • бочкообразный στα ελληνικά - κοντόχοντρος, βαρελοειδής, καδοειδής, κοντόχονδρος, παχουλές
  • включиться στα ελληνικά - συνδέω, κατατάσσομαι, ενώνω, συνενώνω, ένωση, ενταχθούν, συμμετάσχουν, ...
  • двенадцатеричный στα ελληνικά - δωδεκάδικο, δωδεκάδικος
Τυχαίες λέξεις
Опока στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπουκάλι, φλάσκα, παγούρι, εμφιαλώνω, πλαισιώνω, πλαίσιο, σκελετός, σώμα, φιάλη, φιάλης, φιάλη των, φιάλη με