Освежать στα ελληνικά

Μετάφραση: освежать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναπαριστώ, ανακαινίζω, βεντάλια, ανεμιστήρας, οπαδός, αναδημιουργώ, φρεσκάρω, ανανέωσης, Ανανέωση, Refresh, Επικοινωνία Refresh
Освежать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • богатеть στα ελληνικά - ευημερώ, μεγαλώνω, αυξάνομαι, προκόβω, ευδοκιμώ, πλουτίζουν, να πλουτίζουν, ...
  • бунт στα ελληνικά - επαναστατώ, εξέγερση, εκδήλωση, επανάσταση, επαναστάτης, ταραχή, ξεσήκωμα, ...
  • грешный στα ελληνικά - αμαρτωλός, αμαρτωλή, αμαρτωλό, αμαρτωλοί, αμαρτωλά
  • гроза στα ελληνικά - τρικυμία, συμφορά, τρόμος, κίνδυνος, όλεθρος, καταστροφή, καταιγίδα, ...
Τυχαίες λέξεις
Освежать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναπαριστώ, ανακαινίζω, βεντάλια, ανεμιστήρας, οπαδός, αναδημιουργώ, φρεσκάρω, ανανέωσης, Ανανέωση, Refresh, Επικοινωνία Refresh