Оседание στα ελληνικά
Μετάφραση: оседание, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οικισμός, κρεμάω, βουλιάζω, υποχώρηση, καθίζηση, καθιζήσεων, καθιζήσεις, καθίζηση του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вспучивание στα ελληνικά - πρήξιμο, οίδημα, διόγκωση, διόγκωσης, διογκώσεως
- вычесывание στα ελληνικά - χτένα, χτένας, κηρήθρας, χτένι, κτένας
- вязаный στα ελληνικά - πλεκτά, πλεκτό, πλεκτών, πλεγμένο, πλεκτού
- девочка-подросток στα ελληνικά - κορίτσι 12-15 ετών
Τυχαίες λέξεις
Оседание στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οικισμός, κρεμάω, βουλιάζω, υποχώρηση, καθίζηση, καθιζήσεων, καθιζήσεις, καθίζηση του
Μεταφράσεις: οικισμός, κρεμάω, βουλιάζω, υποχώρηση, καθίζηση, καθιζήσεων, καθιζήσεις, καθίζηση του