Осквернять στα ελληνικά
Μετάφραση: осквернять, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραβαίνω, αθετώ, μολύνω, παραβιάζω, κηλιδώνω, βεβηλώνω, μιαίνω, λερώνω, μαγαρίζω, ρυπαίνω, defile, μολύνει τον, βεβηλώσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- втройне στα ελληνικά - τριπλός, τριπλή, τριπλό, τριπλάσια, τριπλάσιο
- гуманно στα ελληνικά - ανώδυνα, ανώδυνο τρόπο, μη βάναυσο τρόπο, με μη βάναυσο τρόπο, τρόπο ανώδυνο
- донор στα ελληνικά - δότης, δωρητής, δότη, του δότη, δωρητή
- забиваться στα ελληνικά - αποκτώ, κρύβομαι, κρύβω, παίρνω, να γίνει σωριασμένο
Τυχαίες λέξεις
Осквернять στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραβαίνω, αθετώ, μολύνω, παραβιάζω, κηλιδώνω, βεβηλώνω, μιαίνω, λερώνω, μαγαρίζω, ρυπαίνω, defile, μολύνει τον, βεβηλώσει
Μεταφράσεις: παραβαίνω, αθετώ, μολύνω, παραβιάζω, κηλιδώνω, βεβηλώνω, μιαίνω, λερώνω, μαγαρίζω, ρυπαίνω, defile, μολύνει τον, βεβηλώσει