Отклоняться στα ελληνικά
Μετάφραση: отклоняться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σαλεύω, στροφή, κινώ, γέρνω, αποκλίνω, παρεκκλίνω, σκύβω, παραλλάζω, ποικίλλω, εκτρέπω, κίνηση, εκτρέπομαι, καμπυλώνεται, μετακομίζω, αποκλίνουν, αποκλίνει, παρεκκλίνουν, παρεκκλίνει, να αποκλίνει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аграрий στα ελληνικά - αγροτικός, αγροτική, αγροτικό, αγροτικής, αγροτικών
- анахронический στα ελληνικά - αναχρονιστικός, αναχρονιστική, αναχρονιστικό, αναχρονιστικές, αναχρονιστικών
- бестолковый στα ελληνικά - λωλός, γελοίος, βραδύς, θυμωμένος, τρελός, πολυδάπανος, άμυαλος, ...
- завком στα ελληνικά - επιτροπή, επιτροπής, ΟΚΕ, της επιτροπής, επιτροπή που
Τυχαίες λέξεις
Отклоняться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σαλεύω, στροφή, κινώ, γέρνω, αποκλίνω, παρεκκλίνω, σκύβω, παραλλάζω, ποικίλλω, εκτρέπω, κίνηση, εκτρέπομαι, καμπυλώνεται, μετακομίζω, αποκλίνουν, αποκλίνει, παρεκκλίνουν, παρεκκλίνει, να αποκλίνει
Μεταφράσεις: σαλεύω, στροφή, κινώ, γέρνω, αποκλίνω, παρεκκλίνω, σκύβω, παραλλάζω, ποικίλλω, εκτρέπω, κίνηση, εκτρέπομαι, καμπυλώνεται, μετακομίζω, αποκλίνουν, αποκλίνει, παρεκκλίνουν, παρεκκλίνει, να αποκλίνει