Παρεκκλίνω στα ρωσικά

Μετάφραση: παρεκκλίνω, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
отклонять, преломлять, отклоняться, запасный путь, боковой ствол, разъезд, бокового ствола, запасной путь
Παρεκκλίνω στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παρεκκλίνω

παρεκκλίνω αόριστος, παρεκκλίνω ετυμολογια, παρεκκλίνω μετάφραση, παρεκκλίνω στα αγγλικα, παρεκκλίνω σημασια, παρεκκλίνω λεξικό γλώσσας ρωσικά, παρεκκλίνω στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • παρείσακτος στα ρωσικά - случайный, побочный, дополнительный, добавочный, нарушитель, злоумышленник, хакер, ...
  • παρεκκλήσι στα ρωσικά - усыпальница, врастать, ковчег, гробница, рака, храм, святилище, ...
  • παρεκτρέπω στα ρωσικά - отводить, отвергать, забавлять, отклонить, отвести, отвлекать, потешать, ...
  • παρεκτροπή στα ρωσικά - переключение, диверсия, обход, оплошность, демонстрация, ошибка, перевод, ...
Τυχαίες λέξεις
Παρεκκλίνω στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: отклонять, преломлять, отклоняться, запасный путь, боковой ствол, разъезд, бокового ствола, запасной путь