Отлив στα ελληνικά
Μετάφραση: отлив, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποχωρώ, παύση, χαμηλός, άμπωτη, άμπωτης, ebb, ύφεση, άμπωτις
Μεταφράσεις
- агрессивность στα ελληνικά - επιθετικότητα, επιθετικότητας, την επιθετικότητα, η επιθετικότητα, της επιθετικότητας
- газомер στα ελληνικά - μετρητής του γκαζιού, μετρητής αερίου, μετρητή αερίου, ετρητής αερίου, μετρητή αερίων
- геометр στα ελληνικά - γεωμέτρης, geometer, γεωμέτρη, γεωμέτρης του
- дружественно στα ελληνικά - ζεστά, φιλικός, φιλικό προς, φιλική προς, φιλικό προς το, φιλική προς το
Τυχαίες λέξεις
Отлив στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποχωρώ, παύση, χαμηλός, άμπωτη, άμπωτης, ebb, ύφεση, άμπωτις
Μεταφράσεις: υποχωρώ, παύση, χαμηλός, άμπωτη, άμπωτης, ebb, ύφεση, άμπωτις