Отсчитать στα ελληνικά
Μετάφραση: отсчитать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκπίπτω, υπολογίζω, αρίθμηση, μετράνε, μετρούν, μετρήσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- выдвинуться στα ελληνικά - σπρώχνω, εξέχω, σπρώξιμο, επιτυγχάνω, πετυχαίνω, κινούνται έξω, κινηθούν έξω, ...
- гиалиновый στα ελληνικά - υαλώδη, υαλίνης, υαλοειδούς, hyaline, υαλίνη
- дарование στα ελληνικά - δωρεά, δώρο, προικοδότηση, ικανότητα, πεσκέσι, χάρισμα, δώρων, ...
- доспевать στα ελληνικά - μεστώνω, ωριμάζω, γίνομαι, αρμόζω, dospevat
Τυχαίες λέξεις
Отсчитать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκπίπτω, υπολογίζω, αρίθμηση, μετράνε, μετρούν, μετρήσει
Μεταφράσεις: εκπίπτω, υπολογίζω, αρίθμηση, μετράνε, μετρούν, μετρήσει