Отточенный στα ελληνικά
Μετάφραση: отточенный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μυτερός, κοφτερός, οξυδερκής, ακριβής, αιφνίδιος, αιχμηρός, απότομη, αιχμηρά, αιχμηρές, αιχμηρό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- английский στα ελληνικά - Αγγλικά, english, αγγλική, στην ελληνική, αγγλικό
- аркебуза στα ελληνικά - hackbut
- гранильный στα ελληνικά - λιθοχαράκτης, λιθόγλυφος, επιγραμματικό, επεξεργαστής πολύτιμων λίθων, λακωνικά
- движитель στα ελληνικά - μηχανή, έλικας, προπέλα, έλικα, προπέλας, της έλικας
Τυχαίες λέξεις
Отточенный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μυτερός, κοφτερός, οξυδερκής, ακριβής, αιφνίδιος, αιχμηρός, απότομη, αιχμηρά, αιχμηρές, αιχμηρό
Μεταφράσεις: μυτερός, κοφτερός, οξυδερκής, ακριβής, αιφνίδιος, αιχμηρός, απότομη, αιχμηρά, αιχμηρές, αιχμηρό