Отцовство στα ελληνικά

Μετάφραση: отцовство, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πατρότητα, πατρότητας, την πατρότητα, της πατρότητας
Отцовство στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ахтерштевень στα ελληνικά - πρύμνη, πρύμνης, εσω, την πρύμνη
  • баклуши στα ελληνικά - βλάκας, χαζός, κοροϊδεύω, αντίχειρες, μπράβο, τους αντίχειρες, αντίχειρές, ...
  • везде στα ελληνικά - παντού, περί, περίπου, για, κόσμο, οπουδήποτε, όλων των περιοχών, ...
  • грести στα ελληνικά - καβγάς, τραβώ, κωπηλατώ, τράβηγμα, σειρά, γραμμή, σειράς, ...
Τυχαίες λέξεις
Отцовство στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πατρότητα, πατρότητας, την πατρότητα, της πατρότητας