Πατρότητα στα ρωσικά
Μετάφραση: πατρότητα, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
авторство, источник, отцовство, отцовский, отцовства, отцовстве
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πατρότητα
μεταθανάτια πατρότητα, πνευματική πατρότητα, πατρότητα τεστ, πατρότητα λεξικό γλώσσας ρωσικά, πατρότητα στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- πατρογονικός στα ρωσικά - родительный, наследственный, родовой, атавистический, родовое, родовая, родовым, ...
- πατρονάρισμα στα ρωσικά - поддержка, патронаж, протекция, меценат, заступничество, покровительство, попечительство, ...
- πατσάς στα ρωσικά - дрянь, чушь, требуха, рубец, чепуха, вздор, рубцы, ...
- πατσαβούρα στα ρωσικά - шлюха, девка, проститутка, блудница, грязнуля, потаскушка, курва, ...
Τυχαίες λέξεις
Πατρότητα στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: авторство, источник, отцовство, отцовский, отцовства, отцовстве
Μεταφράσεις: авторство, источник, отцовство, отцовский, отцовства, отцовстве