Отшлифовать στα ελληνικά

Μετάφραση: отшлифовать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γυαλίζω, λούστρο, βερνίκι, στιλβώνω, λουστράρω, στίλβωση, Πολωνός, πολωνικός, polish, Πολωνικά
Отшлифовать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • будить στα ελληνικά - τηλεφωνώ, ξεσηκώνω, κλήση, ξυπνώ, διεγείρω, ίχνη, ξυπνήσει, ...
  • деполяризовать στα ελληνικά - αποπολώσει, εκπολώνουν, αποπολώνει, αποπολωθούν, αποπόλωση
  • долгоножка στα ελληνικά - μύγες, μυγών, τις μύγες, ευθεία, μύγες των
  • долли στα ελληνικά - κουκλίτσα, Dolly, Ντόλυ, Ντόλι, μια κόντρα φανοποιού για
Τυχαίες λέξεις
Отшлифовать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γυαλίζω, λούστρο, βερνίκι, στιλβώνω, λουστράρω, στίλβωση, Πολωνός, πολωνικός, polish, Πολωνικά