Отёк στα ελληνικά
Μετάφραση: отёк, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οίδημα, οιδήματος, το οίδημα, του οιδήματος, οίδημα της
Μεταφράσεις
- анализатор στα ελληνικά - αναλυτής, αναλυτή, αναλύτη, του αναλυτή, αναλύτης
- вражий στα ελληνικά - εχθρικός, εχθρικό, εχθρική, εχθρικές, εχθρικά
- дискотека στα ελληνικά - ντίσκο, disco, ντισκοτέκ
- дуть στα ελληνικά - χτύπημα, τολύπη, φυσώ, αναπνέω, πλήγμα, εμφύσησης, εμφυσήσεως, ...
Τυχαίες λέξεις
Отёк στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οίδημα, οιδήματος, το οίδημα, του οιδήματος, οίδημα της
Μεταφράσεις: οίδημα, οιδήματος, το οίδημα, του οιδήματος, οίδημα της