Падкий στα ελληνικά
Μετάφραση: падкий, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κουζουλός, ενθουσιώδης, λωλός, τρελός, θυμωμένος, άπληστος, άπληστοι, άπληστους, άπληστο, άπληστη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- гиперболический στα ελληνικά - υπερβολικός, υπερβολική, υπερβολικό, υπερβολικών, υπερβολικού
- делегация στα ελληνικά - αντιπροσωπεία, αποστολή, εξουσιοδότηση, παραγγέλλω, παραγγελία, αντιπροσωπείας, αντιπροσωπία, ...
- делец στα ελληνικά - πόλη, χειριστής, έμπορος, επιχειρηματίας, επιχειρηματία, επιχειρηματίας που, επιχειρηματία που
- доставать στα ελληνικά - αγγίζω, προσκομίζω, φτάνω, πινελιά, παράγω, πάρει, πάρετε, ...
Τυχαίες λέξεις
Падкий στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κουζουλός, ενθουσιώδης, λωλός, τρελός, θυμωμένος, άπληστος, άπληστοι, άπληστους, άπληστο, άπληστη
Μεταφράσεις: κουζουλός, ενθουσιώδης, λωλός, τρελός, θυμωμένος, άπληστος, άπληστοι, άπληστους, άπληστο, άπληστη