Пастельный στα ελληνικά

Μετάφραση: пастельный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κραγιόνι, παστέλ, σε παστέλ, κρητιδογραφιών
Пастельный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • антибиотический στα ελληνικά - αντιβιοτικό, αντιβιοτικού, αντιβιοτικά, αντιβιοτική, στα αντιβιοτικά
  • вызревать στα ελληνικά - ωριμάζω, μεστώνω, ωριμάζουν, ωριμάσουν, ωριμάσει, ωρίμανση, ωριμάζει
  • гарантирует στα ελληνικά - εγγυήσεις, εγγυήσεων, εγγυήσεις που, τις εγγυήσεις, εγγύηση
  • глазомер στα ελληνικά - μάτι, οφθαλμός, ακριβής, ακριβή, ακριβείς, ακρίβεια, ακριβές
Τυχαίες λέξεις
Пастельный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κραγιόνι, παστέλ, σε παστέλ, κρητιδογραφιών