Паяльщик στα ελληνικά
Μετάφραση: паяльщик, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υδραυλικός, υδραυλικό, υδραυλικού, υδραυλικούς, για υδραυλικούς
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- апелляционный στα ελληνικά - εφετικός, δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού, δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό, δευτεροβάθμιο, του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού
- бентамка στα ελληνικά - κόκορας, μικρόσωμο, Bantam, Bantam για, μικρόσωμη
- дыбы στα ελληνικά - ανατρέφω, κλοτσώ, πισινός, όπισθεν, οπίσθιος, πίσω, οπίσθιο, ...
- зависть στα ελληνικά - μνησικακία, ζήλια, ζηλεύω, φθονώ, φθόνος, άχτι, αντικείμενο ζήλιας, ...
Τυχαίες λέξεις
Паяльщик στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υδραυλικός, υδραυλικό, υδραυλικού, υδραυλικούς, για υδραυλικούς
Μεταφράσεις: υδραυλικός, υδραυλικό, υδραυλικού, υδραυλικούς, για υδραυλικούς