Перебраниваться στα ελληνικά
Μετάφραση: перебраниваться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαφωνία, λογομαχία, συνάλλαγμα, ανταλλάσσω, αναμασούν, Bandy, μπάντυ, Μπάντι, αναμασούν τα
Μεταφράσεις
- буколика στα ελληνικά - βουκολικός, ποιμενικός, βουκολικό, βουκολική, βουκολικής, βουκολικοί
- видоизменение στα ελληνικά - είδος, δακτυλογραφώ, τροποποίηση, τροποποίησης, την τροποποίηση, τροποποιήσεις, τροποποίηση που
- волдырь στα ελληνικά - φούσκα, πρήξιμο, φουσκάλα, κραδασμός, καρούμπαλο, κύρτωμα, φλεγμονή, ...
- донашиваться στα ελληνικά - αποκτώ, παίρνω, φοράει, φορά, φθείρεται, φθείρει, εξασθενεί
Τυχαίες λέξεις
Перебраниваться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαφωνία, λογομαχία, συνάλλαγμα, ανταλλάσσω, αναμασούν, Bandy, μπάντυ, Μπάντι, αναμασούν τα
Μεταφράσεις: διαφωνία, λογομαχία, συνάλλαγμα, ανταλλάσσω, αναμασούν, Bandy, μπάντυ, Μπάντι, αναμασούν τα