Перевоспитывать στα ελληνικά

Μετάφραση: перевоспитывать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεταρρύθμιση, ανασχηματισμός, μεταρρυθμίζω, επανεκπαιδεύσω, επανεκπαιδεύσουμε, επανεκπαιδεύσει, αναμόρφωσή, αναμόρφωσή τους
Перевоспитывать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • антивоенный στα ελληνικά - αντιπολεμικό, αντιπολεμική, αντιπολεμικά, αντιπολεμικών, αντιπολεμικού
  • дезертирство στα ελληνικά - αποσκίρτηση, αποστασία, λιποταξία, εγκατάλειψη, λιποταξίας, εγκατάλειψης, ερήμωση
  • дифференциация στα ελληνικά - διάκριση, διαφορά, διαφοροποίηση, διαφοροποίησης, τη διαφοροποίηση
  • доставить στα ελληνικά - παράδοση, εκφωνώ, παραδίδω, παραλαβή, παραδώσει, διατυπώνει, διατυπώνει τη, ...
Τυχαίες λέξεις
Перевоспитывать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεταρρύθμιση, ανασχηματισμός, μεταρρυθμίζω, επανεκπαιδεύσω, επανεκπαιδεύσουμε, επανεκπαιδεύσει, αναμόρφωσή, αναμόρφωσή τους