Перегрузка στα ελληνικά
Μετάφραση: перегрузка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζόρι, τεντώνω, διηθώ, στραμπουλίζω, υπερφορτώνω, υπερφόρτωση, υπερφόρτωσης, υπερφόρτισης, υπερφορτίσεως, υπερφόρτιση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- адаптировать στα ελληνικά - διασκευάζω, προσαρμόζω, προσαρμοστούν, προσαρμόσει, προσαρμόζει, προσαρμόσουν, προσαρμόζουν
- бережно στα ελληνικά - μαλακά, επιφυλακτικά, προσεκτικά, προσοχή, με προσοχή, προσεκτική, προσεχτικά
- единобожие στα ελληνικά - μονοθεϊσμός, μονοθεϊσμό, μονοθεϊσμού, το μονοθεϊσμό, μονοθεΐα
- заваль στα ελληνικά - μπλοκαρίσματα, αποφράξεις, παρεμποδίσεις, εμπλοκές, αποφράξεων
Τυχαίες λέξεις
Перегрузка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζόρι, τεντώνω, διηθώ, στραμπουλίζω, υπερφορτώνω, υπερφόρτωση, υπερφόρτωσης, υπερφόρτισης, υπερφορτίσεως, υπερφόρτιση
Μεταφράσεις: ζόρι, τεντώνω, διηθώ, στραμπουλίζω, υπερφορτώνω, υπερφόρτωση, υπερφόρτωσης, υπερφόρτισης, υπερφορτίσεως, υπερφόρτιση