Передавать στα ελληνικά

Μετάφραση: передавать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραδίδω, υποστηρίζω, σκυταλοδρομία, κυκλοφορώ, υποβάλλω, παραδίδομαι, δώρο, μεταβιβάζω, μετατάσσω, πληροφορώ, περνώ, αυλός, δίνω, διαβιβάζω, παρών, διοχετεύω, χέρι, το χέρι, παραδώσει, παραδώσουν, παραδίδουν
Передавать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • аспирант στα ελληνικά - απόφοιτος, πτυχιούχος, μεταπτυχιακό, μεταπτυχιακών, μεταπτυχιακούς
  • ввоз στα ελληνικά - εισάγω, εισαγωγή, εισαγωγής, την εισαγωγή, εισαγωγών, εισαγωγές
  • впасть στα ελληνικά - εκπίπτω, κατρακυλώ, πέφτω, πτώση, υποχωρώ, εμπίπτουν, εμπίπτει, ...
  • заболеваемость στα ελληνικά - επικράτηση, νοσηρότητα, νοσηρότητας, τη νοσηρότητα, της νοσηρότητας, θνησιμότητας
Τυχαίες λέξεις
Передавать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραδίδω, υποστηρίζω, σκυταλοδρομία, κυκλοφορώ, υποβάλλω, παραδίδομαι, δώρο, μεταβιβάζω, μετατάσσω, πληροφορώ, περνώ, αυλός, δίνω, διαβιβάζω, παρών, διοχετεύω, χέρι, το χέρι, παραδώσει, παραδώσουν, παραδίδουν