Перечувствовать στα ελληνικά
Μετάφραση: перечувствовать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αισθάνομαι, υφή, νιώθω, perechuvstvovat
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- возыметь στα ελληνικά - αποκτώ, παίρνω, προμηθεύομαι, συλλάβουν, συλλάβει, συλλάβουμε, σύλληψη, ...
- грустно στα ελληνικά - λυπηρά, θλιβερά, λυπημένα, δυστυχώς
- дамка στα ελληνικά - ρήγας, βασιλιάς, βασιλιά, king, Ο βασιλιάς, το βασιλιά
- дэвид στα ελληνικά - Δαβίδ, david, Ο David, Ντέιβιντ, τον David
Τυχαίες λέξεις
Перечувствовать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αισθάνομαι, υφή, νιώθω, perechuvstvovat
Μεταφράσεις: αισθάνομαι, υφή, νιώθω, perechuvstvovat