Печаль στα ελληνικά

Μετάφραση: печаль, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λυπάμαι, ανησυχία, θλίψη, λύπη, κατατρομάζω, βάσανο, τρόμος, οδύνη, μετανιώνω, θλίψης, τη θλίψη, λύπης
Печаль στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • автор στα ελληνικά - συγγραφέας, δημιουργός, βωμός, συγγραφέα, Συντάκτης, συντάκτη, δημιουργού
  • барда στα ελληνικά - κόκκος, δημητριακά, σπυρί, σπόροι, κόκκους, κόκκων, κόκκοι
  • брыкание στα ελληνικά - εξακοντίζω, αίξ, buck, το buck, δολάριο, υποβιβασμού
  • взвинчивать στα ελληνικά - εξογκώνω, δουλειά, εργασία, εργάζομαι, φουσκώνω, δουλεύω, φουσκώνουν, ...
Τυχαίες λέξεις
Печаль στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λυπάμαι, ανησυχία, θλίψη, λύπη, κατατρομάζω, βάσανο, τρόμος, οδύνη, μετανιώνω, θλίψης, τη θλίψη, λύπης