Плато στα ελληνικά

Μετάφραση: плато, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οροπέδιο, οροπεδίου, πλάτωμα, πλατώ, υψίπεδο
Плато στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вещественность στα ελληνικά - σημαντικότητας, Η σημαντικότητα, σημαντικότητα, Ουσιαστικότητα, Ουσιαστικότητας
  • взрослеть στα ελληνικά - αρμόζω, γίνομαι, ώριμος, ώριμη, ώριμο, ώριμης, ώριμου
  • вообразимый στα ελληνικά - μπορεί κανείς να φανταστεί, να φανταστεί κανείς, μπορεί να φανταστεί κανείς, φανταστεί κανείς, φανταστεί
  • ежемесячный στα ελληνικά - μηνιαίος, μηνιαία, μηνιαίες, μηνιαίο, μηνιαίων
Τυχαίες λέξεις
Плато στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οροπέδιο, οροπεδίου, πλάτωμα, πλατώ, υψίπεδο