Поглаживать στα ελληνικά
Μετάφραση: поглаживать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χτύπημα, εγκεφαλικό, χαϊδεύω, κτύπημα, αποπληξία, προσβολή, εγκεφαλικό επεισόδιο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вкладывать στα ελληνικά - νεροχύτης, περικλείω, βυθίζομαι, τοποθετώ, εσωκλείω, ναυαγώ, διορίζομαι, ...
- восхищать στα ελληνικά - κατάσχω, συλλαμβάνω, εισβάλλω, σφίγγω, αιχμαλωτίζω, χαρά, παίρνω, ...
- выдержанность στα ελληνικά - ωριμότητα, ωριμότης
- женщина στα ελληνικά - κορίτσι, γυναίκα, κυρία, σύζυγος, θηλυκός, κότα, γυναίκας, ...
Τυχαίες λέξεις
Поглаживать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χτύπημα, εγκεφαλικό, χαϊδεύω, κτύπημα, αποπληξία, προσβολή, εγκεφαλικό επεισόδιο
Μεταφράσεις: χτύπημα, εγκεφαλικό, χαϊδεύω, κτύπημα, αποπληξία, προσβολή, εγκεφαλικό επεισόδιο