Поглощение στα ελληνικά

Μετάφραση: поглощение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απορρόφηση, απορρόφησης, απορροφήσεως, την απορρόφηση, η απορρόφηση
Поглощение στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • беспеременный στα ελληνικά - αμετάβλητος, αμετάβλητη, αμετάβλητα, πάγια, αμετάβλητο
  • двойной στα ελληνικά - σωσίας, δυαδικός, διπλασιάζω, διπλός, διπλό, διπλή, διπλής, ...
  • единомыслие στα ελληνικά - ταυτότητα, συμφωνία, συμφωνίας, Συμφωνώ, σύμβαση, συμφωνίας για
  • зависящий στα ελληνικά - εξαρτώμενος, εξαρτώνται, εξαρτάται από, εξαρτώνται από, εξαρτώμενη
Τυχαίες λέξεις
Поглощение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απορρόφηση, απορρόφησης, απορροφήσεως, την απορρόφηση, η απορρόφηση