Подмахивать στα ελληνικά

Μετάφραση: подмахивать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταμπέλα, πίνακας, υπογράφω, σήμα, podmahivat
Подмахивать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • банту στα ελληνικά - Μπαντού, Bantu, το Bantu
  • беспорядок στα ελληνικά - αναστατώνω, σύγχυση, φασαρία, αταξία, παραζάλη, ακαταστασία, ταραγμένος, ...
  • брехать στα ελληνικά - φλοιός, Brehat
  • возбуждение στα ελληνικά - αποστασία, συγκίνηση, συναίσθημα, προσβολή, διέγερση, αδίκημα, φασαρία, ...
Τυχαίες λέξεις
Подмахивать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταμπέλα, πίνακας, υπογράφω, σήμα, podmahivat