Подтвердиться στα ελληνικά
Μετάφραση: подтвердиться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποδεικνύω, να επιβεβαιωθεί, θα επιβεβαιωθεί, πρέπει να επιβεβαιωθεί, να επιβεβαιωθούν, να επιβεβαιώνεται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вибрировать στα ελληνικά - παλμός, ταλαντώνομαι, δονώ, πάλομαι, δονούμαι, πάλλω, δονείται
- гладить στα ελληνικά - θωπεύω, σιδερώνω, λείος, φοίνικας, σιδερένιος, πιέζω, πρεσάρω, ...
- глумление στα ελληνικά - χλευασμός, προπηλακίζω, προσβάλλω, χλευάζω, λοιδορώ, λοιδορία, παρωδία, ...
- гуманизм στα ελληνικά - ανθρωπισμός, ανθρωπισμού, ανθρωπισμό, ουμανισμού, τον ανθρωπισμό
Τυχαίες λέξεις
Подтвердиться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποδεικνύω, να επιβεβαιωθεί, θα επιβεβαιωθεί, πρέπει να επιβεβαιωθεί, να επιβεβαιωθούν, να επιβεβαιώνεται
Μεταφράσεις: αποδεικνύω, να επιβεβαιωθεί, θα επιβεβαιωθεί, πρέπει να επιβεβαιωθεί, να επιβεβαιωθούν, να επιβεβαιώνεται