Покорять στα ελληνικά
Μετάφραση: покорять, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιορίζω, υποβάλλω, υπερνικώ, υποτάσσω, εξαναγκάζω, υποδουλώνω, υποστηρίζω, σκλαβώνω, μειώνω, παραδίδομαι, ελαττώνω, φέρνω, υποτάσσομαι, καταβάλλω, κατακτώ, κατανικώ, υποβάλουν, να υποβάλουν, υποβάλλουν, υποβάλλει, υποβάλει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- видимый στα ελληνικά - οπτικός, φανερός, περίβλεπτος, ορατός, περίοπτος, ευδιάκριτος, καταφανής, ...
- воззрение στα ελληνικά - σκέψη, πειθώ, φαίνομαι, νόμιζα, άποψη, γνώμη, κοιτάζω, ...
- впопад στα ελληνικά - vpopad
- европейский στα ελληνικά - Ευρωπαϊκό, Ευρωπαϊκή, Ευρωπαϊκής, Ευρωπαϊκού, Ευρωπαϊκών
Τυχαίες λέξεις
Покорять στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιορίζω, υποβάλλω, υπερνικώ, υποτάσσω, εξαναγκάζω, υποδουλώνω, υποστηρίζω, σκλαβώνω, μειώνω, παραδίδομαι, ελαττώνω, φέρνω, υποτάσσομαι, καταβάλλω, κατακτώ, κατανικώ, υποβάλουν, να υποβάλουν, υποβάλλουν, υποβάλλει, υποβάλει
Μεταφράσεις: περιορίζω, υποβάλλω, υπερνικώ, υποτάσσω, εξαναγκάζω, υποδουλώνω, υποστηρίζω, σκλαβώνω, μειώνω, παραδίδομαι, ελαττώνω, φέρνω, υποτάσσομαι, καταβάλλω, κατακτώ, κατανικώ, υποβάλουν, να υποβάλουν, υποβάλλουν, υποβάλλει, υποβάλει