Поле στα ελληνικά

Μετάφραση: поле, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σχισμή, προσαράσσω, έδαφος, άκρη, χείλος, γη, χωράφι, τομέας, πεδίο, περιθώριο, περιστόμιο, τομέα, πεδίου, το πεδίο, τον τομέα
Поле στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • альпака στα ελληνικά - αιγοκάμηλος, αλπάκας, αλπακά, alpaca, αλπακα
  • бюджетный στα ελληνικά - χαμηλό κόστος, χαμηλού κόστους, το χαμηλό κόστος, χαμηλού κόστους με ανταπόκριση, χαμηλού κόστους με
  • дуть στα ελληνικά - χτύπημα, τολύπη, φυσώ, αναπνέω, πλήγμα, εμφύσησης, εμφυσήσεως, ...
  • ежемесячно στα ελληνικά - μηνιαίος, μηνιαία, μηνιαίες, μηνιαίο, μηνιαίων
Τυχαίες λέξεις
Поле στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σχισμή, προσαράσσω, έδαφος, άκρη, χείλος, γη, χωράφι, τομέας, πεδίο, περιθώριο, περιστόμιο, τομέα, πεδίου, το πεδίο, τον τομέα