Полноценный στα ελληνικά
Μετάφραση: полноценный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεστός, τιμαλφής, γεμάτος, ολικός, περατώνω, ολόκληρος, πολύτιμος, πλήρης, ολοκληρώνω, στερλίνα, στερλίνες, ασήμι, λίρας, λίρα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- абсорбер στα ελληνικά - απορροφητήρας, απορροφητή, απορρόφησης, απορροφητής, απορροφητήρα
- артишок στα ελληνικά - αγκινάρα, αγκινάρας, της αγκινάρας, αγκινάρες, την αγκινάρα
- буг στα ελληνικά - μαμούδι, ζουζούνι, έντομο, μικρόβιο, bug, σφαλμάτων, Σφάλμα
- возлежать στα ελληνικά - κείμαι, ψεύδομαι, πλαγιάζω, μισοξαπλώνω, ακουμβώ, ριζώ, recline
Τυχαίες λέξεις
Полноценный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεστός, τιμαλφής, γεμάτος, ολικός, περατώνω, ολόκληρος, πολύτιμος, πλήρης, ολοκληρώνω, στερλίνα, στερλίνες, ασήμι, λίρας, λίρα
Μεταφράσεις: μεστός, τιμαλφής, γεμάτος, ολικός, περατώνω, ολόκληρος, πολύτιμος, πλήρης, ολοκληρώνω, στερλίνα, στερλίνες, ασήμι, λίρας, λίρα