Положить στα ελληνικά

Μετάφραση: положить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βάζω, ξαπλώνω, επαναθέτω, αναθέτω, στρώνω, ίζημα, τοποθετώ, καθορισμένος, εμπιστεύομαι, κοσμικός, προσχώνω, που, τεθεί, θέσει, βάλει, βάλετε
Положить στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • авиаотряд στα ελληνικά - ίλη ιππικού, επιλαρχία, μοίρα, μοίρας, Squadron
  • бесталанный στα ελληνικά - μέτριος, μέτρια, μέτριο, μέτριες, μέτριας
  • выговаривать στα ελληνικά - εκστομίζω, ξεστομίζω, λέω, απόλυτος, καθαρός, προφέρω, επίπληξη, ...
  • выстрелить στα ελληνικά - αφήνω, βλαστός, εκτινάσσω, ενοικιάζομαι, πυροβολώ, φωτιά, πυρκαγιά, ...
Τυχαίες λέξεις
Положить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βάζω, ξαπλώνω, επαναθέτω, αναθέτω, στρώνω, ίζημα, τοποθετώ, καθορισμένος, εμπιστεύομαι, κοσμικός, προσχώνω, που, τεθεί, θέσει, βάλει, βάλετε