Полоз στα ελληνικά
Μετάφραση: полоз, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γλιστρώ, δρομέας, ντεραπάρω, αθλητής, δρομέα, συμμετέχων, runner, ολισθητήρα
Μεταφράσεις
- выгиб στα ελληνικά - κυρτώνω, σκύβω, καμπύλη, καμπυλώνεται, καμπυλώνω, στροφή, κύρτωμα, ...
- гадание στα ελληνικά - μαντοσύνη, μαντεία, μαντική, μαντείας, μαγικά, μαντικής
- германий στα ελληνικά - γερμάνιο, γερμανίου, το γερμάνιο, του γερμανίου
- долгий στα ελληνικά - μεγάλος, μακρύς, μεγάλο, μακρά, καιρό, μακράς
Τυχαίες λέξεις
Полоз στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γλιστρώ, δρομέας, ντεραπάρω, αθλητής, δρομέα, συμμετέχων, runner, ολισθητήρα
Μεταφράσεις: γλιστρώ, δρομέας, ντεραπάρω, αθλητής, δρομέα, συμμετέχων, runner, ολισθητήρα