Помертвелый στα ελληνικά

Μετάφραση: помертвелый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νεκρικός, απαισιόδοξος, μελαγχολικός, ζοφερός, μισοπεθαμένο, ημιθανή, μισοπεθαμένοι, μισοπεθαμένος
Помертвелый στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • арба στα ελληνικά - Bullock, Μπούλοκ, μόσχον, μοσχον, μοσχου
  • выучивать στα ελληνικά - μελέτη, επιθεωρώ, καθετήρας, διδάσκω, έρευνα, γραφείο, εποπτεύω, ...
  • генеральный στα ελληνικά - γενικός, στρατηγός, γενική, γενικό, γενικού, γενικές
  • дуршлаг στα ελληνικά - σουρωτήρι, τρυπητό, σουρωτηριού, το σουρωτήρι, τρυπητό να
Τυχαίες λέξεις
Помертвелый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νεκρικός, απαισιόδοξος, μελαγχολικός, ζοφερός, μισοπεθαμένο, ημιθανή, μισοπεθαμένοι, μισοπεθαμένος