Λέξη: υποδιαίρεση

Σχετικές λέξεις: υποδιαίρεση

υποδιαίρεση της ίντσας, υποδιαίρεση του κιλου, υποδιαίρεση της βούας στην αρχαία σπάρτη, υποδιαίρεση του λίτρου, υποδιαίρεση δολαρίου, υποδιαίρεση του ευρώ, υποδιαίρεση μέτρου, υποδιαίρεση αγγλικής λίρας, υποδιαίρεση της βούας, υποδιαίρεση του χιλιοστου

Συνώνυμα: υποδιαίρεση

υποπαράγραφος

Μεταφράσεις: υποδιαίρεση

υποδιαίρεση στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
subdivision, subsection, division, sub

υποδιαίρεση στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
subdivisión, la subdivisión, subdivisiones, compartimentado, subdivisión de

υποδιαίρεση στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
abteilung, unterabteilung, unterteilung, Unterteilung, Unterabteilung, Teilung, Aufteilung

υποδιαίρεση στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
rayon, subdivision, division, partage, subdiviser, lotissement, subdivisions, subdivision de, la subdivision

υποδιαίρεση στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
suddivisione, compartimentazione, sottodivisione, sua suddivisione, di compartimentazione

υποδιαίρεση στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
subdivisão, subdivisões, compartimentação, subcasa, loteamento

υποδιαίρεση στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
onderverdeling, onderafdeling, onderdeel, indeling, deelsector

υποδιαίρεση στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
подол, разукрупнение, бригада, деление, разделение, рубрика, подразделение, подраздел, дележ, подразделением, подразделения, разбиение

υποδιαίρεση στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
oppdeling, avdeling, underavdeling, inndeling, inndelingen

υποδιαίρεση στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
underavdelning, delfältet, indelning, delsektion, underindelning

υποδιαίρεση στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
osa, alajakoja, osastoimislastiviivan, alajaottelusta

υποδιαίρεση στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
underrubrik, inddeling, underinddeling, underafsnit, underopdeling

υποδιαίρεση στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
členění, pododdělení, dělení, subdivize, rozdělení

υποδιαίρεση στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
podział, poddział, podgromada, podziałowej, podrejon, część pola

υποδιαίρεση στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
parcellázás, alosztály, felosztás, térfelosztási, alkörzet, alrovat, felosztást

υποδιαίρεση στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
altbölüm, alt bölümü, bölünmesi, alt bölüm, subdivision

υποδιαίρεση στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
розукрупнення, поділ, підрозділ, підрозділу

υποδιαίρεση στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
nënndarje, nëndarje, nënsektor, subdivision, nënndarje të

υποδιαίρεση στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
подразделение, подучастък, подразделяне, подраздели, подразделение на

υποδιαίρεση στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
падраздзяленне, падпадзяленне, падразьдзяленьне

υποδιαίρεση στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
alajaotus, allüksus, vaheruumideks jaotumise, alarajoon, alajaotis, alajaotuse

υποδιαίρεση στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
odsjek, poludivizija, podjela, potpodjela, subdivision

υποδιαίρεση στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sjálfstjórnar, efsta, skipting, sjálfstjórnarhéruð, sjálfstjórnarhérað

υποδιαίρεση στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
padalinys, skiltis, pakvadratis, dalijimo skyriais, poskyris

υποδιαίρεση στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
apakšgrupa, apakšrajons, apakšnodaļas, apakšrajons Tā, apakšrajonā

υποδιαίρεση στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
единици, поразделение, поделба, поделба на, поделбата

υποδιαίρεση στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
subdiviziune, subdiviziuni, compartimentare, subdiviziunea, de compartimentare

υποδιαίρεση στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
pododdelek, pregrajevanje, pregradne, podpolje, pregradno

υποδιαίρεση στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
pododdelenia, pododdelení, pododdelenie, oddelenia na, subdivízia
Τυχαίες λέξεις