Порушить στα ελληνικά
Μετάφραση: порушить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αθετώ, σπάζω, παραβιάζω, ενοχλώ, έλυτρο, προσβάλλω, κέλυφος, παρενοχλώ, αντεπίθεση, παραβλάπτω, διάλλειμα, παραβαίνω, χειροτερεύω, διάλειμμα, Porush
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- безденежный στα ελληνικά - απένταρος, χρήμα, χωρίς χρήμα, κοινωνία χωρίς χρήμα, μη χρηματική
- вогнутый στα ελληνικά - κοίλος, κοίλη, κοίλο, κοίλες, κοίλα
- гувернёр στα ελληνικά - δάσκαλος, καθηγητές, εκπαιδευτές, Παιδαγωγοί, δασκάλους, διδάσκοντες
- декламационный στα ελληνικά - δημηγορικός, στομφώδης, κατηγορητικός, δημηγορικά
Τυχαίες λέξεις
Порушить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αθετώ, σπάζω, παραβιάζω, ενοχλώ, έλυτρο, προσβάλλω, κέλυφος, παρενοχλώ, αντεπίθεση, παραβλάπτω, διάλλειμα, παραβαίνω, χειροτερεύω, διάλειμμα, Porush
Μεταφράσεις: αθετώ, σπάζω, παραβιάζω, ενοχλώ, έλυτρο, προσβάλλω, κέλυφος, παρενοχλώ, αντεπίθεση, παραβλάπτω, διάλλειμα, παραβαίνω, χειροτερεύω, διάλειμμα, Porush