Λέξη: οδός

Σχετικές λέξεις: οδός

οδός κασσάνδρας, οδός πανός, οδός αρκαδίας, οδός φυλής, οδός αθηνάς, οδός αριστοτέλους στίχοι, οδός αριστοτέλους, οδός πολυδούρη, οδός ονείρων στίχοι, οδός ονείρων, ιερά οδός, αττική οδός, εγνατία οδός, νέα οδός, ολυμπία οδός

Συνώνυμα: οδός

τρόπος, δρόμος, διαδρομή, μέσο, πέρασμα

Μεταφράσεις: οδός

οδός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
street, road, way, route, route of

οδός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
calle, la calle, de la calle, calle de, calles

οδός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
straße, Straße, Straßen, Strasse, die Straße

οδός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
carénage, rue, la rue, rues, de rue

οδός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
via, strada, stradale, per strada, di strada

οδός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
rua, aerodinâmico, estrada, street, de rua, da rua, ruas

οδός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
straat, op straat, street, de straat, weg

οδός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
улица, Street, ул, улице, улицы

οδός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
gate, gaten, street

οδός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
gata, gatan, street

οδός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
raitti, katu, kadulla, kadun, street, kadulle

οδός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
gade, gaden, street

οδός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
ulice, Street, ulici, uliční, pouliční

οδός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
aleja, droga, ulica, uliczny, ulicy, street, ulic

οδός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
utca, Street, utcában, utcai, utcán

οδός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
cadde, yol, sokak, street, sokakta, caddesi

οδός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вуличний, вулиця, улица

οδός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
rrugë, rruge, rruga, rruga e, rrugës

οδός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
улица, улицата, улично, уличка

οδός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
вулiца, вуліца

οδός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vali, tänav, Street, tänaval, tänava, tänavale

οδός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
prometnica, cesta, ulica, kućna, grada, Street, ulice

οδός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
gata, götu, götuheiti, götunni, stræti

οδός στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
via, vicus

οδός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
gatvė, gatvės, Street, gatvių, g

οδός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
iela, Street, ielu, ielas, ielā

οδός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
улица, улицата, улични, улиците

οδός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
cale, stradă, de stradă, strada, din stradă, str

οδός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
pouliční, ulice, ulica, ulična, ulico, ulic

οδός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
pouliční, ulica, ulička, ulice

Στατιστικά δημοτικότητας: οδός

Τυχαίες λέξεις