Потратить στα ελληνικά

Μετάφραση: потратить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξοδεύω, σπαταλώ, σπατάλη, απόβλητα, λύμα, δαπανούν, ξοδεύουν, δαπανήσει, περάσετε, περάσουν
Потратить στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • апертура στα ελληνικά - οπή, άνοιγμα, ανοίγματος, διάφραγμα, διαφράγματος
  • внедрять στα ελληνικά - ενσωματώνω, ενσταλάζω, φτιάχνω, περιζώνω, φυτεύω, όργανο, ρίζα, ...
  • гарантирует στα ελληνικά - εγγυήσεις, εγγυήσεων, εγγυήσεις που, τις εγγυήσεις, εγγύηση
  • доверчивый στα ελληνικά - εύπιστος, ευκολόπιστος, σίγουρος, μωρόπιστος, αφελείς, εύπιστους, αφελείς οι, ...
Τυχαίες λέξεις
Потратить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξοδεύω, σπαταλώ, σπατάλη, απόβλητα, λύμα, δαπανούν, ξοδεύουν, δαπανήσει, περάσετε, περάσουν