Похлопать στα ελληνικά

Μετάφραση: похлопать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χαϊδεύω, κροτώ, χειροκροτώ, φτεροκοπώ, χειροκρότημα, clap, χειροκροτήσουν, να χειροκροτήσουν, χειροκροτήματος
Похлопать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • адюльтер στα ελληνικά - μοιχεία, μοιχείας, τη μοιχεία, η μοιχεία, για μοιχεία
  • ветреный στα ελληνικά - επιπόλαιος, ελαφρόμυαλος, ανεμώδης, θορυβώδης, αέρα ή κακή ορατότητα, θυελλώδεις, θυελλώδη, ...
  • дословно στα ελληνικά - κυριολεκτικά, Πλήρη, αυτολεξεί, επί λέξει, λέξει, λέξη
  • жупел στα ελληνικά - φάντασμα, μπαμπούλα, bogey, μπαμπούλων, μπαμπούλας
Τυχαίες λέξεις
Похлопать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χαϊδεύω, κροτώ, χειροκροτώ, φτεροκοπώ, χειροκρότημα, clap, χειροκροτήσουν, να χειροκροτήσουν, χειροκροτήματος