Предварение στα ελληνικά
Μετάφραση: предварение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ηγούμαι, προχωρώ, λουρί, μόλυβδος, προβαίνω, προκαταβάλλω, πρόοδος, πρόβλεψη, προσδοκία, αναμονή, ενόψει, πρόβλεψης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вкладчица στα ελληνικά - καταθέτης, καταθέτη, των καταθετών, αποταμιευτή, αποθέτης
- втечь στα ελληνικά - εκροή, εκπυρσοκρότηση, απολύω, άφεση, να ρέει, να ρεύσει, τη ροή, ...
- горючесть στα ελληνικά - ευφλεκτότητα, ευφλεκτότητας, αναφλεξιμότητας, εύφλεκτα, καυσιμότητα
- доктрина στα ελληνικά - τύπος, δόγμα, δόγματος, θεωρία, διδασκαλία, το δόγμα
Τυχαίες λέξεις
Предварение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ηγούμαι, προχωρώ, λουρί, μόλυβδος, προβαίνω, προκαταβάλλω, πρόοδος, πρόβλεψη, προσδοκία, αναμονή, ενόψει, πρόβλεψης
Μεταφράσεις: ηγούμαι, προχωρώ, λουρί, μόλυβδος, προβαίνω, προκαταβάλλω, πρόοδος, πρόβλεψη, προσδοκία, αναμονή, ενόψει, πρόβλεψης