Предварительный στα ελληνικά

Μετάφραση: предварительный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προκαταρκτικός, διαρκώ, δειλός, προσωρινός, εισαγωγικός, πρόσθιος, φτουρώ, προηγούμενος, τελευταίος, έκδοση προδικαστικής, προκαταρκτική, προκαταρκτικά, προκαταρκτικές
Предварительный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • балансер στα ελληνικά - ισορροπιστής, κατανεμητής, εξισορρόπησης του, balancer, αντίβαρο εξισορρόπησης
  • бесконтрольно στα ελληνικά - άνευ, χωρίς, ανεξέλεγκτος, ανεξέλεγκτη, ανεξέλεγκτα, ανεξέλεγκτο, ανεξέλεγκτες
  • грибовидный στα ελληνικά - μανιτάρι, μανιταριών, μανιταριού, μανιτάρια, τα μανιτάρια
  • дубрава στα ελληνικά - ξύλο, Dubrava, Ντουμπράβα, της Dubrava
Τυχαίες λέξεις
Предварительный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προκαταρκτικός, διαρκώ, δειλός, προσωρινός, εισαγωγικός, πρόσθιος, φτουρώ, προηγούμενος, τελευταίος, έκδοση προδικαστικής, προκαταρκτική, προκαταρκτικά, προκαταρκτικές