Предположить στα ελληνικά
Μετάφραση: предположить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαντεύω, υποθέτω, υποπτεύομαι, εισάγω, παραδέχομαι, υποτίθεται, παραχωρώ, εικασία, προϋποθέτω, προτείνω, προτείνει, δείχνουν, προτείνουν, υποδηλώνουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бесцветность στα ελληνικά - ανούσιο, αηδία, ανοστιά
- благотворитель στα ελληνικά - ψυχικό, ευεργέτης, ευεργέτη, τον ευεργέτη, ευεργέτης της, δωρητής
- вакцина στα ελληνικά - εμβολιασμός, εμβόλιο, εμβολίου, εμβολίων, του εμβολίου, το εμβόλιο
- главнокомандующий στα ελληνικά - Αρχηγός, αρχιστράτηγος, Αρχιστράτηγου, διοικητής του Ελληνικού Στρατού, γενικός διοικητής του Επιτελείου
Τυχαίες λέξεις
Предположить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαντεύω, υποθέτω, υποπτεύομαι, εισάγω, παραδέχομαι, υποτίθεται, παραχωρώ, εικασία, προϋποθέτω, προτείνω, προτείνει, δείχνουν, προτείνουν, υποδηλώνουν
Μεταφράσεις: μαντεύω, υποθέτω, υποπτεύομαι, εισάγω, παραδέχομαι, υποτίθεται, παραχωρώ, εικασία, προϋποθέτω, προτείνω, προτείνει, δείχνουν, προτείνουν, υποδηλώνουν